Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009

ΟΤΙ ΑΓΑΠΗΣΑΜΕ ΠΙΣΩ ΕΜΕΙΝΕ-ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΡΒΑΡΗΓΟΣ


Από την παρουσίαση του βιβλίου στον πολυχώρο Άγκυρα, στις 23 Νοεμβρίου 2009.
ομιλητές η συγγραφέας Ελένη Στασινού και η ποιήτρια Λυδία Λάβδα
κείμενα διάβασε η ηθοποιός Γεωργία Ζώη
μουσική από το σχήμα crescendo και κιθάρα από τον Κώστα Μουστάκα.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΣΤΑΣΙΝΟΥ
Γνωρίζω ότι με το που ανεβαίνει στην έδρα ένας ομιλητής, οι ακροατές συνήθως, υπολογίζουν τον χρόνο που θα τους απασχολήσει. Κι η αλήθεια είναι ότι μονοπωλείται ο χρόνος και πολλές φορές μόνο για να μάθουμε τα προσωπικά του ομιλητή… Εφόσον όμως έχει γίνει η κύρια παρουσίαση του Βιβλίου με τους περισσότερους από εσάς παρόντες, δεν κινδυνεύετε σήμερα.
Το βιβλίο του Δημήτρη Βαρβαρήγου το διάβασα σ ένα Σαββατοκύριακο. Πέρασα καλά, ηρέμησα, γύρισα πίσω σε χρόνια άλλα. Τέλος, ταξίδεψα για άλλη μια φορά στη Φλωρεντία, με τη μεγάλη αγαπημένη μου παρέα, εκεί που πριν πολλά χρόνια θα άκουγα για πρώτη φορά το Δημήτρη να δηλώνει, ότι επρόκειτο να ψάξει τις ρίζες του.
Τις βρήκε. Τις φρόντισε. Κι ιδού το αποτέλεσμα.
Διαβάζω τον Δημήτρη από το πρώτο του βιβλίο. Έτσι ότι πω μάλλον είναι απόσταγμα από το σύνολον των έργων του.
Ο Δημήτρης νομίζω ότι φτιάχνει κόσμους όπου τα όρια τους, θα έλεγα ότι καθορίζονται από νόμους φυσικούς, αν δεν υπήρχε κάτι ύποπτο. Αυτό το ύποπτο, σαν ραβδάκι μαγικό, μεταμορφώνει το σχεδόν φυσικό σε κάτι άλλο.
Περιδιαβαίνοντας στον κόσμο του, θεωρώ πως βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ανοίγματα. Σχισμές θα έλεγα στο απροσδιόριστο, που όμως με ακρίβεια μαθηματική, μπορούν να μας οδηγήσουν σε κάποιο τοπίο, πράξη, η συναίσθημα, που θα άπτεται του μυθικού. Όταν επί παραδείγματι η κυρία Καλτσέτι με πολύ σοβαρότητα ασχολήθηκε για ώρες με το να ράβει ασημικά στο βραδινό της φόρεμα, δεν μπορούσαμε παρά να περιμένουμε πως θα έρθουμε αντιμέτωποι με ένα τέτοιο παράθυρο στον μύθο.

Διότι ενώ παρακολουθούμε μια γυναίκα να ζει συγκρατημένη ζωή, αίφνης την βλέπουμε να τραβά από εμπρός μας, ένα παραπέτασμα, σχεδόν σαν τιμωρία, επειδή πιστέψαμε σ’ αυτό που η ίδια ήθελε να πιστέψουμε.
Θα τολμούσα να κάνω μια αντιπαραβολή στο ίδιο αυτό σημείο.
Ο Μπάτσελαρντ, αποκάλυψε κάτι άγνωστο στους πολλούς. Πως το πουλί, φτιάχνει τη φωλιά του ναι μεν χωρίς εργαλεία μα με κέντρο το σώμα του. Έτσι, με επαναλαμβανόμενες κυκλικές κινήσεις και ταυτόχρονη πίεση από το ίδιο του το σώμα, στα τοιχώματα κάθε πλευράς, χτίζει σύμφωνα με τις ανάγκες αυτού του σώματός και μόνο.
Σαν έφτασα στην σκηνή της κυρίας Σκαλτσέτι, δεν μπόρεσα παρά να σκεφτώ το ίδιο. Η γυναίκα, δεν κατάφερε να οικοδομήσει το γήινο οίκημα της εκ των έσω. Έτσι οικοδόμησε το επέκεινα. Οι κινήσεις της- καθισμένη ήσυχη και ράβοντας το ασημένιο βάρος στο φόρεμά της- θυμίζει τις κινήσεις πουλιού που με υπομονή και αποφασιστικότητα, προετοιμάζει την μελλοντική του ασφάλεια. Διότι εκεί ήταν η ασφάλεια της και ο τρόπος που θα ασφάλιζε αυτήν που αγαπούσε Την Μαρία-Ρόζα. Κι εδώ ακριβώς το συγγραφικό εύρημα.
Το χέρι που τραβά το παραπέτασμα. Ώστε το σύνηθες να πάρει διαστάσεις άλλες. Να γίνει έμπνευση και ελευθερία.
Κι η ελευθερία υπάρχει σε όλο το βιβλίο. Σαν στέρηση, σαν επιθυμία, σαν αξία, η και τίμημα.
Όπως υπάρχει και ένα άλλο στοιχείο στο οποίο θέλω να σταθώ περισσότερο.
Σε μια εποχή που ακούμε πως όλοι έχουμε ποσοστά ευθύνης για πράγματα που κάναμε, φανταστήκαμε η ανεχτήκαμε, κινδύνευα να καταλήξω, πως η ενοχή μάλλον είναι επίσης μια φυσική κατάσταση.
Κάτι σαν φαινόμενο καιρικό.
Και είχα έντονη την ανάγκη μιας διάψευσης. Γιατί δεν θα μπορούσαμε να είμαστε όλοι αθώοι, ασχέτως εαν οι πράξεις μας υποδήλωναν το αντίθετο;
Οι πράξεις είναι στιγμιαίες εκφάνσεις μιας πολυσχιδούς προσωπικότητας και θεωρώ πως είναι άδικο να καταδικαζόμαστε για τις λανθασμένες μας επιλογές.
Είχα ανάγκη μια τέτοια ανατροπή. Και δεν με κάλυπτε καμία ψυχαναλυτική προσέγγιση, όπου θα μπορούσα να μεταθέσω ευθύνες σε πλάτες άλλων.
Ήθελα κάτι φυσικότερο και απλούστερο.
Κάτι που να ρέει κι ας μη το βλέπω, να υπάρχει κι ας παραμένει ανεξήγητο. Επίσης σαν φυσικό στοιχείο.
Στα αναγνώσματα κι αν το συναντούσα, γινόταν τόσο σπάνια, ώστε ξεχνιόταν. Αλλά έρχεται τώρα αυτό το βιβλίο. Και συνειδητοποιώ το σημαντικό.
Υπάρχει η αθωότητα.

Διάβασα το βιβλίο σε δύο ημέρες. Εδώ μέσα λοιπόν, βρήκα το χαμένο στοιχείο της αθωότητας.
Όχι σαν προσωπικό γνώρισμα κάποιου πρωταγωνιστή.
Αλλά σαν ιδιαίτερο γνώρισμα του συγγραφέα. Που είτε το θέλει είτε όχι, ξεχειλίζει. Και γίνεται ωσάν την υγρασία που παρεισφύει σε κάθε ίχνος ζωής της Φλωρεντίας.
Ασχέτως τις ίντριγκες, την δολιοφθορά, την βαρβαρότητα, τις θρησκευτικές ακαμψίες, αυτή η συγγραφική αθωότητα λες κι ξεπλένει άτομα και πράξεις, αμβλύνει τις οξύτητες των παθών και των ανομιών.
Ακόμα κι όταν περιγράφονται χαρακτήρες μονοκόμματοι, τούτη η φυσική του κατάσταση δεν τον αφήνει να τους ρίξουμε στα τάρταρα, ακόμα κι αν μόνοι τους το έχουν επιλέξει. Όχι γιατί δεν είναι οι περιγραφές δυνατές, αντιθέτως, αλλά διότι αυτό το κλίμα δεν μπορεί να αφήσει την γραφή ανεπηρέαστη.
Διάβασα το βιβλίο και πέρασα ώρες ξαναβρίσκοντας την βεβαιότητά μου για την αθωότητα του γένους. Ξέχασα εγκλήματα, καταστροφές, αβεβαιότητες, υποχρεώσεις. Ξανάγινα η αθώα, που κάποιος με ξεναγούσε διακριτικά, στις δυσκολίες της αγάπης και της ζωής, με τη σιγουριά πως ακόμα και το χειρότερο, είναι καλό. Αρκεί να μετέχουμε στο δώρο της ζωής.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΟΙΗΤΡΙΑΣ ΛΥΔΙΑΣ ΛΑΒΔΑ
Στο βιβλίο του Δημήτρη Βαρβαρήγου " Ό,τι αγαπήσαμε πίσω έμεινε" ξετυλίγεται μία ιστορία με έντονο το στοιχείο της συναισθηματικής εξερεύνησης...
Ένα άλλο στοιχείο που κυριαρχεί είναι το θεατρικό.Το βιβλίο κάλλιστα θα μπορούσε να μεταφέρει τον αναγνώστη σε μία σκηνή θεάτρου,όπου η ροή κυλά φυσικά.Κάθε κεφάλαιο του βιβλίου αποτελεί μια ζωντανή θεατρική πράξη...
Ο συγγραφέας ενσωματώνοντας ιστορικά στοιχεία στην πλοκή, προβάλλει την αντισυμβατικότητα,την ανάγκη του ανθρώπου για ατομικές και συνολικές υπερβάσεις.
Οι περιγραφές των χαρακτήρων της ιστορίας αποτελούν ατομικά ψυχογραφήματα που φανερώνουν νοοτροπίες κοινωνιών. Δίνουν στον αναγνώστη αφορμές για περαιτέρω ανάλυση.
Εξετάζεται -διαχρονικά-η μικροαστική ζωή των ανθρώπων που τους ωθεί στα προσωπικά τους αδιέξοδα, που εν δυνάμει είναι συνολικά κοινωνικά αδιέξοδα.
Αποκωδικοποιούνται τα ανθρώπινα διλήμματα που λαμβάνουν χώρα σε κάθε εποχή-ίσως λίγο τεχνικά διαφοροποιημένα.
Η νεότητα αποτελεί κεφάλαιο από μόνη της. Οι νέοι πάντα αγωνιστικοί μέχρι να διαβρωθούν απο τις κοινωνικές-οδυνηρές αλήθειες και συμβάσεις που(τους) επιβάλλονται.
Σε μία κοινωνία που οι άνθρωποι εκπαιδεύονται με την έννοια της ηθικής, τα πάντα ντύνονται με το πέπλο του κοινωνικού καθωσπρεπισμού.
Φανερώνονται νοοτροπίες και αποκαλύπτονται γενναία τα κίνητρα των πράξεων.
Ερευνητική διάθεση του συγγραφέα για τις παθογένειες... Η προσωπική ανασφάλεια και η συναισθηματική αμνησία που χαρακτηρίζει τον ανθρώπινο ψυχισμό ανάλογα με την κάθε περίοδο της ζωής του...
Κάθε μέρα γεννά διαφορετικές πτυχές οπτικής. Οι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με τις αρχικές υποσχέσεις που οι ίδιοι χάρισαν στους εαυτούς τους και τους γύρω τους..



Η ποιητική ταυτότητα και γραφή του Δημήτρη Βαρβαρήγου προσδίδει ένα ξεχωριστό λογοτεχνικό άρωμα στις περιγραφές:
"H νύχτα έπεφτε βαθιά ,χωνεύοντας τους φίλους...", "Τα χρόνια περνούσαν σαν σελίδες βιβλίου", "Ο χρόνος γεμάτος αδιαφορία προσπερνούσε τα γεγονότα"
Πρόκειται για ένα ψυχογραφικό,κοινωνικό βιβλίο ...Η
κατανόηση των χαρακτήρων φέρνει την απενοχοποίηση ,την
λύτρωση και την συνάντησή μας με την αλήθεια.
Έντονο το στοιχείο του δυναμισμού και της θέλησης. Ο άνθρωπος οφείλει να ταξιδέψει με την ζωή, χωρίς να παραιτηθεί. Η ηττοπάθεια είναι κάτι που δεν επιτρέπεται στο ταξίδι της ζωής και λειτουργεί συνδυαστικά με την
εσώτερη ανάγκη για ελευθερία σε κάθε βήμα μας.
Ο συγγραφέας εξετάζει πώς η σοβαροφάνεια και οι κοινωνικές μικροπρέπειες οδηγούν σε ένα ντόμινο συμπεριφορών... Θρησκευτικά και κοινωνικά ταμπού μορφοποιούν ανθρώπους, που υποτάσσονται στο σύνολο λόγω επιρροών.
-"Οι θρησκείες διχάζουν. Ο Θεός ποτέ."
Η μητρότητα λειτουργεί ως αυτόνομο κεφάλαιο στο βιβλίο.
Η γυναίκα παραμένει μια οντότητα που διεκδικεί τις προσωπικες, συναισθηματικές της ανάγκες, όμως όπως
εύστοχα θίγει ο Δημήτρης Βαρβαρήγος "Μετά την γέννα ,κάθε μάνα ,θα είναι συνέχεια χρεωμένη σε μία αστείρευτη αγάπη".....
Ο συγγραφέας θίγει όμως και την ξενοφοβία. Εξετάζει πώς κάθε είδους ρατσισμός (κοινωνικός, θρησκευτικός) λειτουργεί καταλυτικά στις ζωές των μεταναστών.
Το κεφάλαιο του θανάτου, της απώλειας που οδηγεί τον
άνθρωπο στο να αναθεωρήσει τα γεγονότα και τα αίτια, αναπτύσσεται με ήρεμο και φυσικό τρόπο.
Ο Δημήτρης Βαρβαρήγος εικονογραφεί τα νοήματα εκπληρώνοντας τον ουσιαστικό σκοπό του μυθιστορήματος.
Στο βιβλίο "Ο,τι αγαπήσαμε πίσω έμεινε" -ένα ψυχολογικό βιβλίο- ερμηνεύεται- με έναρξη μία ιστορία αγάπης- η αυθεντικότητα των κινήτρων σε κάθε τομέα της ζωής.
Ο συγγραφέας δεν περιορίζεται στην έννοια του έρωτα. Θίγει συνολικά κοινωνικά αιτήματα.
Πολυσυλλεκτικότητα και ταυτόχρονη συνύπαρξη θεμάτων που είναι λειτουργική και κερδίζει τον αναγνώστη....